Μία από τις αιτίες πόνου στη βουβωνική περιοχή σε αθλητές είναι το σύνδρομο Κοιλιακών-Προσαγωγών. Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται συνήθως ως Sports Hernia ή Athletic Pubalgia. Πρόκειται για ενόχληση και πόνο που εντοπίζεται: στο κατώτερο τμήμα της κοιλιάς δεξιά ή αριστερά (ή και στις δύο πλευρές). Ίσως επεκτείνεται στην έσω επιφάνεια του μηρού και στα γεννητικά όργανα.
Τα συμπτώματα σχετίζονται πάντα με την άσκηση και η πάθηση είναι συχνότερη σε επαγγελματικά ή συστηματικά αθλούμενους. Αγωνίσματα με επιταχύνσεις, στροφές και αλλαγές κατεύθυνσης όπως π.χ στο ποδόσφαιρο προδιαθέτουν για την πάθηση.
Η εμφάνιση των ενοχλήσεων είναι συνήθως σταδιακή και παρουσιάζεται μετά την άσκηση ενώ υποχωρεί με την ξεκούραση. Περίπου οι μισοί αθλητές εμφανίζουν πόνο και στις δύο βουβωνικές περιοχές ενώ στα 2/3 των αθλητών ο πόνος επεκτείνεται στους προσαγωγούς. Ένας στους πέντε αθλούμενους παρουσιάζει ευαισθησία και στην ηβική σύμφυση. Η ενόχληση είναι τέτοια που δυσκολεύει πολύ την άσκηση. Οι άνδρες πάσχουν συχνότερα σε σχέση με τις γυναίκες.
Ο λόγος που συμβαίνουν αυτά είναι κάποια βλάβη στην κατάφυση του ορθού κοιλιακού και των λοιπών κοιλιακών μυών (που συμβάλουν στο σχηματισμό το προσθίου και το οπισθίου τοιχώματος του βουβωνικού πόρου). Μερικές φορές μπορεί να πάσχουν οι τένοντες των προσαγωγών στην έκφυσή τους από τα ηβικά οστά στη λεκάνη καθώς και τα ίδια τα ηβικά οστά.
Η αιτία που προκαλεί αυτά είναι οι δυνάμεις που ασκούνται στους κοιλιακούς και προσαγωγούς τένοντες κατά τη διάρκεια συχνών εκτάσεων κορμού και απαγωγής/έκτασης του κάτω άκρου όπως συμβαίνει συχνά σε αθλήματα όπως το ποδόσφαιρο Αυτό οδηγεί σε τραυματισμό και χαλάρωση των τενόντων αυτών και ακολούθως σε πόνο όταν επαναλαμβάνονται αυτές οι κινήσεις.
Για τη διάγνωση θα χρειαστεί το ιστορικό, η κλινική εξέταση, απεικονιστικές εξετάσεις όπως ακτινογραφίες, υπερηχογράφημα και μαγνητική τομογραφία. Μερικές φορές ενέσεις τοπικού αναισθητικού βοηθούν στην διάγνωση. Το 2014 ετέθησαν κλινικά διαγνωστικά κλινικά κριτήρια για να βοηθήσουν τους ιατρούς στην ορθή διάγνωση της πάθησης.
Στην περιοχή αυτή παρόμοια συμπτώματα μπορεί να προκαλούν και άλλες παθήσεις από τις οποίες πρέπει να γίνει διαφοραδιάγνωση. Οι συνηθέστερες είναι: Ευθεία Βουβωνοκήλη, παθήσεις όρχεων, Ηβική Οστειίτιδα, Θλάση Κοιλιακών, Θλάση/Τενοντίτιδα Προσαγωγών, Τενοντίτιδα/Ορογονοθυλακίτιδα Λαγονοψοίτη, Σύνδρομο Πρόσκρουσης Ισχίου, Βλάβη Επιχειλίου Χόνδρου Ισχίου, Οστικό Οίδημα/Οστεονέκρωση Ισχίου, Κατάγματα εκ Κοπώσεως των ηβικών οστών, Αποσπαστικά Κατάγματα της περιοχής κ.α. Ο ασθενής πρέπει να απευθύνεται στον ιατρό του για την διάγνωση και την έγκαιρη θεραπεία.
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από τις απαιτήσεις του αθλούμενου και την χρονιότητα των συμπτωμάτων. Αρχικά σε ερασιτεχνικά αθλούμενους πρέπει να εφαρμοσθεί συντηρητική θεραπεία η οποία περιλαμβάνει αποχή από την αθλητική δραστηριότητα για αρκετές εβδομάδες ή μήνες ανάλογα με τη σοβαρότητα και την χρονιότητα της πάθησης. Συγχρόνως ξεκινά η χρήση φυσικών αναλγητικών μέσων από τον φυσικοθεραπευτή και ενδυνάμωση των κοιλιακών μυών, διατάσεις και ενδυνάμωση των προσαγωγών (διορθώνοντας μυϊκές ανισορροπίες). Ασκήσεις κλειστής κινητικής αλυσίδας και σταδιακή επάνοδο σε αθλητική δραστηριότητα όταν ο αθλητής είναι ασυμπτωματικός.
Όταν όμως τα συμπτώματα έχουν διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα (3-6 μήνες) τότε η επιτυχία της συντηρητικής αγωγής είναι μόνο 50% . Έτσι σε περίπτωση αποτυχίας συντηρητικής αγωγής, σε περίπτωση χρονιότητας των συμπτωμάτων ή σε επαγγελματίες αθλητές συνιστάται η χειρουργική αντιμετώπιση. Η χειρουργική αντιμετώπιση έχει υψηλά ποσοστά επιτυχίας με πάνω από το 95% των αθλητών να επιστρέφουν σε αθλητική δραστηριότητα. Η επέμβαση μπορεί να παρουσιάζει κάποιες παραλλαγές αναλόγως την περίπτωση και συνήθως περιλαμβάνει την τοποθέτηση πλέγματος στο οπίσθιο τοίχωμα του βουβωνικού πόρου και την αντιμετώπιση βλαβών του ορθού κοιλιακού και των απαγωγών αν χρειάζεται. Σπανιότερα απελευθέρωση νεύρων της περιοχής. Μπορεί να γίνει με τομή ή λαπαροσκοπικά.
Σε μερικές περιπτώσεις συνυπάρχει μία άλλη πάθηση το σύνδρομο πρόσκρουσης ισχίου. Αν συμβαίνει αυτό τότε για την επιτυχία της θεραπείας πρέπει να αντιμετωπισθούν και τα δύο.